Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Τα γηρατειά


                       Τα γηρατειά

Οι γέροντες, ζωής απόμαχοι πια
δεν ζητάνε φίλοι μου πράγματα πολλά.
Τίποτε από κείνα που να μας κοστίζει ακριβά
Ψωμί ζητούν, ένα κρεβάτι, του ήλιου την ζεστασιά.
Ένα χάδι, ένα φιλί, ένα σμάρι γύρω τους από παιδιά.

Να παίζουν μαζί τους, να τα κάνουν να γελούν.
Ψίθυρους περασμένης ζωής
να τους τραγουδούν.
Για τη γεύση της γης
με των λουλουδιών την ευωδιά να τους μιλούν,
τον αέναο κύκλο των εποχών να τους ιστορούν.

Μα ω, του σύγχρονου κοινωνικού μας ύφους!
Πόση απέχθεια τρέφει για τα γηρατειά!
Τόση που φθάνει ως τα όρια του μίσους!
Κι ενώ οι γέροντες πράγματα δεν ζητούν πολλά
ω, το ανάλγητο του κυνικού μας ήθους!

 Μας ενοχλούν και δεν τους θέλουμε πια
και στην εξορία τους καταδικάζουμε αυταρχικά!
Δίχως αίσθηση καταισχύνης
όσο γίνεται από κοντά μας τα διώχνουμε πιο μακριά.

Κι ω, το απύθμενο της αγνωμοσύνης!
Ενώ έχουν τόση ανάγκη από αγάπη και συντροφιά,
χωρίς έλεος, δίχως ίχνος καλοσύνης
τα εγκαταλείπουμε στην μοναξιά!

Κοιτώ την σύγχρονη ζωή με τη ματιά του ποιητή
κι όσο βλέπω πως οι γέροντες είναι απόντες,  
ω, μια νοσταλγία με πιάνει για τα παλιά
τότε που εκείνοι σεβάσμιοι βρίσκονταν παρόντες

μες της κοινότητας την καρδιά,
με καθορισμένα καθήκοντα επιφορτισμένοι
κι από παιδιά τριγυρισμένοι.   
Άραγε το ’χει κανείς σκεφθεί
και δυνατά να το φωνάξει, να το πει

πως αφότου απ’ το κοινωνικό γίγνεσθαι
τα γηρατειά έχουν εξοστρακισθεί
η κοινωνία μας έπαψε να ’ναι πλέον κοινότητα ζωντανή
και μοιάζει στρατόπεδο, κόλασης μια φυλακή…..  

Απ' την ανέκδοτη ποιητική συλλογή μου "Θέσεις κι Αντιθέσεις"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου